Powered By Blogger

Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2012

Ο χώρος και οι διαδρομές των προσώπων. (1)



  Για τη συγγραφή ενός μυθιστορήματος που έχει ιστορικές αναφορές και περιεχόμενο, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η μελέτη της εποχής που θέλει να αναπαραστήσει.
   Στο μυθιστόρημα "Αγία Πετρούπολη - Κάτω Πατήσια", η ιστορία του Σορίν διαδραματίζεται στην σύγχρονη Αθήνα, με κάποιες αναφορές στην Ρουμανία, γενέτειρα του ήρωα.
  Στην μεν Αθήνα υπονοούνται γνωστά γεγονότα και καταστάσεις, για τη δε Ρουμανία χρειάστηκε να γίνει αναδρομή στην πρόσφατη ιστορία της. Παρουσιάζονται καταστάσεις και συμπεριφορές προσώπων από τη δημόσια ζωή της χώρας, οι τελευταίες σκηνές από τη βίαιη ανατροπή του καθεστώτος και η μοιραία μετανάστευση του Σορίν .
   Το κυρίως ιστορικό μέρος του μυθιστορήματος, επικεντρώνεται στη Ρωσία στη χρονική περίοδο των αρχών του 20ού αιώνα.
Το βιβλίο του Μ. Πάστερνακ
"Δόκτωρ Ζιβάγκο",
υπήρξε σημαντική πηγή γνώσης για τις συνήθειες
 και τις κυρίαρχες απόψεις ενός κομματιού
της ανώτερης μεσαίας τάξης
στην προεπαναστατική Ρωσία.
  Είναι η ιστορία της Κάτιας, των ανθρώπων που συνδέθηκαν μαζί της και τα καθαρά ιστορικά γεγονότα μέσα από τα μάτια των φανταστικών αυτών προσώπων. Γι' αυτό το κομμάτι χρειάστηκε πολύ διάβασμα, εντατική μελέτη χαρτών, και κάποιες μαρτυρίες για να μπορέσουν τα πρόσωπα του βιβλίου να αποκτήσουν το ζωτικό τους χώρο και να υπάρξουν.
 Το σκηνικό της πόλης, του σπιτιού, ενός χωριού, οι συνήθειες των ανθρώπων της εποχής, είναι απαραίτητα στοιχεία γι' αυτό.
 Στη λογική αυτή, παρουσιάζεται ένα φωτογραφικό υλικό που αλιεύτηκε από στο διαδίκτυο, σε μια προσπάθεια να φωτίσει την άγνωστη, για το ελληνικό κοινό, Ρωσία του 1900.







ΡΩΣΙΑ. Τέλη 18ου αιώνα, αρχές 20ου.


              Μόσχα

Άποψη του Κρεμλίνου, πλάι στον ποταμό Μόσκβα.



Κρεμλίνο αρχές εικοστού αιώνα.


Σε μια παλαιότερη θέση ξύλινου οχυρού (κρεμλίν), ο τσάρος Ιβάν ο 3ος κάλεσε Ιταλούς αρχιτέκτονες να κατασκευάσουν ένα νέο συγκρότημα κτιρίων, μεταξύ των οποίων παλάτια και εκκλησίες.
 Από τότε, το Κρεμλίνο   δεν έχει πάψει να κυριαρχεί στην πολιτική ζωή της Ρωσίας.


Μόσχα, Κόκκινη πλατεία















Δυο χιλιάδες παράθυρα.
Το ίδρυμα για τα έκθετα παιδιά στη Μόσχα την προεπαναστατική περίοδο,
ήταν ένα εντυπωσιακό πενταόροφο κτίριο, με
 δυο χιλιάδες παράθυρα, όλα όμοια μεταξύ τους.

Το ίδρυμα βρισκόταν στην Οδό Σολιάνκα στο κέντρο της Μόσχας.
 Εδώ γεννήθηκε μια νύχτα του Νοέμβρη του 1893 η Κάτια.



















Στην οδό Ιλίνκα η Ελένα αναζητεί τον δικηγόρο της με σκοπό
 να ερευνήσει την τύχη του έκθετου παιδιού της.

Η οδός Ιλίνκα. Κεντρικός δρόμος στη Μόσχα με πολυτελή κτίρια, 
όπου στέγαζε τράπεζες, γραφεία δικηγόρων, ιατρών,
 που απευθύνονταν στην αριστοκρατία της Μόσχας. 

...Ήταν προχωρημένο μεσημέρι όταν η Ελένα εγκατέλειψε το ίδρυμα. Όσο απομακρυνόταν, ένιωθε να την παρακολουθούν δυο χιλιάδες μάτια, όσα και τα παράθυρα του πενταόροφου εκείνου κτιρίου.  Έλαμπε ολάκερη, χάρη στις πληροφορίες που κατάφερε να συγκεντρώσει, κι ας βγήκε σε μια συννεφιασμένη, έτοιμη για βροχή μέρα. Κατευθύνθηκε προς την πιάτσα των αμαξάδων κι ανέβηκε στην πρώτη άμαξα που βρήκε μπροστά της.
«Στην οδό Ιλίνκα, παρακαλώ».
Ο πολύχρωμος τρούλος του καθεδρικού του Αγίου Βασιλείου ξεχώριζε μεγαλόπρεπος πάνω από τα κτίρια καθώς η άμαξα διέσχιζε την οδό Βαρβάρκα κι έμπαινε σ’ έναν κάθετο δρόμο. Στ’ αριστερά διέκρινε τοίχους από το παλάτι των βογιάρων Ρομανόφ.
Στη διαδρομή χάζευε αφηρημένη τα πεζοδρόμια. Νεαροί υπάλληλοι των καταστημάτων, με την κόκκινη κορδέλα στο κασκέτο τους και φορτωμένοι με πακέτα, ακολουθούσαν κομψές κυρίες που κατευθύνονταν προς το σπίτι τους μετά τα ψώνια. Δρόμοι εμπορικοί, που μύριζαν Παρίσι, Λονδίνο, δρόμοι όπου σύχναζε κι αυτή για τα ψώνια της.
«Εδώ, παρακαλώ, στον αριθμό είκοσι πέντε».
Οι πρώτες σταγόνες της βροχής άρχισαν να πέφτουν. Με γρήγορο βήμα η Ελένα κατευθύνθηκε προς ένα εντυπωσιακό κτίριο, που φιλοξενούσε γραφεία δικηγόρων, γιατρών και άλλων επαγγελματιών. Το κατώφλι του περνούσαν μονάχα καλοντυμένοι κάτοικοι της πόλης... (σελ. 25, 26)








Η οδός Τβέρσκαγια και το διάσημο καφέ Φιλίπωφ. Η Τβέρσκαγια, 
ήταν (και εξακολουθεί να είναι) ο πιο εμπορικός δρόμος της Μόσχας. 







Οι δημόσιοι χώροι που συνευρίσκονται οι φτωχοί.
Υπαίθρια αγορά στην Μόσχα 





Μια καθημερινή εικόνα της Μόσχας των φτωχών που αναζητούν ένα κομμάτι ψωμί στις υπαίθριες αγορές της.

Αγορά στη Μόσχα





....Με το που βγήκε από το σπίτι, το κρύο τσάκισε τον Γκριγκόρ. Περπατούσε γρήγορα για να ζεσταθεί. Μέχρι να φτάσει στην αγορά, είχε φέξει για τα καλά. Οι άνθρωποι, σαν φαντάσματα, με τα ίχνη ενός άσχημου ύπνου ακόμη στα μάτια, άρχισαν να συρρέουν στο δρόμο, για να ριχτούν στον καθημερινό αγώνα για το ψωμί τους.
Ο Γκριγκόρ σταμάτησε μπροστά από μια γριά που καθόταν σε μια γωνιά του δρόμου και της έδωσε ένα καπίκι. Εκείνη ανασηκώθηκε λίγο και μάζεψε τα φουστάνια της. Από κάτω, ανάμεσα στα σκέλια της, ήταν ένας μεγάλος τέντζερης, που άχνιζε. Άνοιξε το καπάκι, έχωσε ένα κατσαρόλι μέσα και το έβγαλε γεμάτο μέχρι πάνω με ένα ζουμί. Το πρόσφερε στον Γκριγκόρ και βιάστηκε να ξανασκεπάσει τον τέντζερη με το καπάκι του, για να μην κρυώσει το περιεχόμενό του, κι έκατσε πάλι πάνω του. Ήταν ένας καλός τρόπος και να κρατάει ζεστή τη σούπα με το σώμα και τα ρούχα της και εκείνη να ζεσταίνεται... (Σελ.144)


Αγορά στη πλατεία Στραστνάγια. Εδώ βρισκόταν το άγαλμα του Α. Πούσκιν 
του μεγάλου Ρώσου ποιητή κι εδώ κατέληγαν πολλές από τις διαδηλώσεις.


Μόσχα, δωρεάν διανομή φαγητού σε φτωχούς.


ΕΠΑΡΧΙΑ
Η Τούλα. Πόλη νότια της Μόσχας. Στην περιφέρειά της 
βρίσκεται το χωριό όπου ζει η Κάτια.
Όχι πολύ μακριά από την πόλη, βρίσκεται το κτήμα
του Τολστόι Γιάσναγια Πολιάνα.







Ρώσικο χωριό αρχές 20ου αι.

Ίζμπα: παραδοσιακό σπίτι του χωριού. 


Χιονισμένη στέπα
...Το ταξίδι με αυτό τον καιρό δεν πρόσφερε τίποτα το άξιο προσοχής. Η ατέλειωτη χιονισμένη στέπα επαναλάμβανε συνεχώς την ίδια εικόνα. Αραιά και πού η λευκή και σιωπηλή μονοτονία διακοπτόταν από τις γκρίζες τουλούπες καπνού πάνω από τα αγροτόσπιτα που συναντούσαν και τα γαβγίσματα που ακούγονταν από μακριά, ενώ κάπου κάπου, στα ξαφνικά, τρόμαζαν από τα κρωξίματα των μαύρων κορακιών που έσκιζαν με το πέταγμά τους το απόλυτο λευκό. Είχε μέρες να χιονίσει και η άμαξα προχωρούσε πάνω στα ίχνη που είχαν αφήσει άλλα διερχόμενα έλκηθρα. Μονάχα οι γυμνές ασημένιες σημύδες δεξιά και αριστερά οριοθετούσαν τη δημοσιά.
Οι δυο γυναίκες, τυλιγμένες με μάλλινες κουβέρτες και γούνες, προστατεύονταν όπως μπορούσαν από το σκληρό κρύο της υπαίθρου. Μόνο τα μάτια τους είχαν αφήσει ξέσκεπα, δακρυσμένα από την παγωνιά και την άσπρη αγωνία που καθρέφτιζαν, αγωνία για το πού πήγαιναν και το πότε θα τέλειωνε αυτό το απέραντο λευκό... (σελ. 38)


ΤΟΛΣΤΟΪ, ΓΙΑΣΝΑΓΙΑ ΠΟΛΙΑΝΑ

Στο σπίτι του του συγγραφέα Τολστόι, ποτέ δεν έλειπαν οι επισκέψεις. Πάντα ήταν ανοιχτό. Για τους ανθρώπους της αριστοκρατίας όπου σ' αυτήν ανήκε κι ο ίδιος, για τον κόσμο της ρώσικης διανόησης που ερχόταν να συζητήσει ή να συμβουλευτεί τον μεγάλο στοχαστή. Όμως ήταν ανοιχτό και για τους φτωχούς εργάτες που δούλευαν στα κτήματά του, για τα παιδιά τους που τους μάθαινε γράμματα.
Η εντυπωσιακή είσοδος της Γιάσναγια Πολιάνα, του κτήματος του Λ. Τολστόι 



Εσωτερικό του σπιτιού του Τολστόι.
Η Σόνια Αντρέγιεβνα, η γυναίκα του συγγραφέα.
Ο συγγραφέας 
...Όσο η Αγλαΐα τής αραδιάζει πληροφορίες που πήγε να μαζέψει στην κουζίνα από νωρίς, η Ελένα έχει την ευκαιρία να δει τον δάσκαλο, με τα μακριά άσπρα γένια και μαλλιά, να γυρνάει από τον περίπατό του παρέα με τον σκύλο του.
«Έχουν πολλά παιδιά, κυρά. Καρπερός ο κόμης! Η μεγάλη τους κόρη, η Τάνια, είναι κι αυτή εδώ. Είναι ζωγράφος κι έχει το εργαστήριό της σε ένα άλλο σπίτι που βρίσκεται στο κτήμα. Το ζευγάρι όμως έχει πολλά προβλήματα. Τσακώνονται πολύ συχνά, γιατί αυτός δεν θέλει ζούνε στην πολυτέλεια ‒άκου αναρχισμούς! Θέλει να μοιράζονται, λέει, τα πλούτη τους με τους φτωχούς, να τα σκορπίσει δηλαδή στους τέσσερις ανέμους. Η γυναίκα του φυσικά δεν συμμερίζεται τις ιδέες του, και αυτός είναι ο λόγος για τους συνεχείς καβγάδες. Πιο παλιά, μου έλεγε η μαγείρισσα, που είναι πολλά χρόνια εδώ, ήταν πολύ αγαπημένοι. Μάλιστα στο σαλονάκι όπου καθόμασταν χθες η κόμησσα Σόνια Αντρέγιεβνα καθαρόγραφε τα πρώτα του βιβλία. Πέρασαν όμως και πολλά βάσανα. Πριν από τρία χρόνια τούς πέθανε το τελευταίο τους παιδί ‒μόλις εφτά χρονών– και πολύ τους κόστισε. Η κόμησσα από τότε ακόμη δεν έχει συνέλθει. Όσο γι’ αυτόν, λένε ότι είναι καλός, τους βοηθάει, αλλά στα οικονομικά κουμάντο κάνει αυτή…» (σελ. 61,62)


















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου